lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οδηγώ στα σουηδικά

Λέξη:
οδηγώ (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (21):
anställa, bedriva, bära, dra, driva, drive, fara, färdas, föra, före, guide, gå, handbok, leda, ledare, lede, presidera, resa, rida, rådgivare, åka
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά οδηγώ, οδηγώ συνώνυμα, οδηγώ παθητική μετοχή, οδηγώ ονειροκρίτης, οδηγώ με ασφάλεια, οδηγώ κλίση, οδηγώ στα σουηδικά, anställa στα ελληνικά
οδηγώ στα σουηδικά