lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

καθυστερώ στα ισπανικά

Λέξη:
καθυστερώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (16):
atrasar, atraso, demora, demorar, detener, detenerse, dilación, estancar, parar, pararse, retardar, retener, retrasar, retraso, tardanza, tardar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά καθυστερώ, καθυστερώ συνώνυμο, καθυστερώ συνώνυμα, καθυστερώ στα αγγλικα, καθυστερώ μεταφραση, καθυστερώ αγγλικα, καθυστερώ στα ισπανικά, atrasar στα ελληνικά
καθυστερώ στα ισπανικά