lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατευνάζω στα ισπανικά

Λέξη:
κατευνάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (30):
ablandar, acallar, adormecer, aligerar, aliviar, amainar, amansar, apaciguar, aplacar, aquietar, atemperar, atenuar, calmar, calmarse, cicatrizar, conmutar, desalterar, dulcificar, endulzar, entibiar, mitigar, moderar, pacificar, saciar, satisfacer, serenar, sosegar, suavizar, templar, tranquilizar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά κατευνάζω, κατευνάζω τα πνεύματα, κατευνάζω συνώνυμα, κατευνάζω αντωνυμο, κατευθύνω συνωνυμο, κατευθύνω βικιλεξικο, κατευνάζω στα ισπανικά, ablandar στα ελληνικά
κατευνάζω στα ισπανικά