lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σταματώ στα ισπανικά

Λέξη:
σταματώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (12):
dejar, descontinuar, detener, detenerse, enfrenar, estancar, interrumpir, parar, pararse, retener, romper, suspender
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά σταματώ, σταματώ συνώνυμα, σταματώ λατινικά, σταματώ κλίση, σταματώ conjugation, σταματάω το κάπνισμα, σταματώ στα ισπανικά, dejar στα ελληνικά
σταματώ στα ισπανικά