lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δέχομαι στα ιταλικά

Λέξη:
δέχομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (14):
accettare, accogliere, adottare, ammettere, assumere, concedere, gradire, ipotizzare, ospitare, presupporre, ricevere, ritirare, supporre, varare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά δέχομαι, δέχομαι την τρίτη μεγάλη ιδεολογία τησ ιστορίασ, δέχομαι συνώνυμο, δέχομαι συνώνυμα, δέχομαι παράγωγα, δέχομαι ομόρριζα, δέχομαι στα ιταλικά, accettare στα ελληνικά
δέχομαι στα ιταλικά