lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δέχομαι στα σουηδικά

Λέξη:
δέχομαι (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (20):
acceptera, adoptera, anamma, anta, antaga, bemöta, erhålla, erkänna, få, godkänna, godta, godtaga, instämma, känslighet, motta, mottaga, ponera, uppta, utse, utvälja
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά δέχομαι, δέχομαι την τρίτη μεγάλη ιδεολογία τησ ιστορίασ, δέχομαι συνώνυμο, δέχομαι συνώνυμα, δέχομαι παράγωγα, δέχομαι ομόρριζα, δέχομαι στα σουηδικά, acceptera στα ελληνικά
δέχομαι στα σουηδικά