lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μεγαλώνω στα ιταλικά

Λέξη:
μεγαλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (2):
aumentare, crescere
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μεγαλώνω, μεγαλώνω τις προτάσεις, μεγαλώνω σωστά το παιδί μου μιράντα σιδερά, μεγαλώνω σωστά το παιδί μου, μεγαλώνω συνώνυμο, μεγαλώνω συνώνυμα, μεγαλώνω στα ιταλικά, aumentare στα ελληνικά
μεγαλώνω στα ιταλικά