lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλακίζω στα ιταλικά

Λέξη:
φυλακίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (2):
carcerare, imprigionare
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά φυλακίζω, φυλακίζω συνωνυμα, φυλακίζω αγγλικα, φυλακίζω στα ιταλικά, carcerare στα ελληνικά
φυλακίζω στα ιταλικά