lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

φυλακίζω στα νορβηγικά

Λέξη:
φυλακίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (3):
arrester, innesperre, fengsle
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά φυλακίζω, φυλακίζω συνωνυμα, φυλακίζω αγγλικα, φυλακίζω στα νορβηγικά, arrester στα ελληνικά
φυλακίζω στα νορβηγικά