lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δικάζω στα κροατικά

Λέξη:
δικάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-κροατικά
Μεταφράσεις (3):
držati, misliti, vjerovati
Σχετικές λέξεις:
κροατικά δικάζω, δικάζω στα αγγλικά, δικάζω αρχικοι χρονοι, δικάζω translated, δικάζω στα κροατικά, držati στα ελληνικά
δικάζω στα κροατικά