lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ελάττωμα στα λιθουανική

Λέξη:
ελάττωμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (7):
defektas, deficitas, klaida, stoka, stygius, trūkumas, dėmė
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική ελάττωμα, πραγματικό ελάττωμα, νομικό ελάττωμα, κατασκευαστικό ελάττωμα, ελάττωμα συνώνυμο, ελάττωμα συνώνυμα, ελάττωμα στα λιθουανική, defektas στα ελληνικά
ελάττωμα στα λιθουανική