lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πόστο στα ρωσικά

Λέξη:
πόστο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (9):
аванпост, пост, представительство, должность, место, положение, работа, станция, отношение
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πόστο, πόστο συνώνυμο, πόστο συνώνυμα, πόστο μεταφραση, πόστο μαρούσι, πόστο λαμία, πόστο στα ρωσικά, аванпост στα ελληνικά
πόστο στα ρωσικά