lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπόρευμα στα αγγλικά

Λέξη:
εμπόρευμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-αγγλικά
Μεταφράσεις (14):
article, commodity, contribution, editorial, gong, goods, implement, item, merchandise, paper, stock, story, stuff, ware
Σχετικές λέξεις:
αγγλικά εμπόρευμα, το εμπόρευμα, εμπόρευμα στα αγγλικά, εμπόρευμα ορισμός, εμπόρευμα μετάφραση, εμπόρευμα και χρήμα, εμπόρευμα στα αγγλικά, article στα ελληνικά
εμπόρευμα στα αγγλικά