lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εμπόρευμα στα δανική

Λέξη:
εμπόρευμα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-δανική
Μεταφράσεις (4):
artikel, ting, vare, varer
Σχετικές λέξεις:
δανική εμπόρευμα, το εμπόρευμα, εμπόρευμα στα αγγλικά, εμπόρευμα ορισμός, εμπόρευμα μετάφραση, εμπόρευμα και χρήμα, εμπόρευμα στα δανική, artikel στα ελληνικά
εμπόρευμα στα δανική