lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονός στα γερμανικά

Λέξη:
μονός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γερμανικά
Μεταφράσεις (20):
abgeschieden, allein, alleinig, derselbe, eins, einsam, einzeln, einzig, einzigartig, gleich, lauter, selbe, selber, selbst, singulär, sondergleichen, ungerade, unpaar, verlassen, zurückgezogen
Σχετικές λέξεις:
γερμανικά μονός, μονός ψεκασμός, μονός νεροχύτης, μονός κόμπος γραβάτας, μονός καναπές κρεβάτι, μονός δισκοβραχίονας, μονός στα γερμανικά, abgeschieden στα ελληνικά
μονός στα γερμανικά