lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονός στα πολωνική

Λέξη:
μονός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (4):
jedyny, nieparzysty, sam, samotny
Σχετικές λέξεις:
πολωνική μονός, μονός ψεκασμός, μονός νεροχύτης, μονός κόμπος γραβάτας, μονός καναπές κρεβάτι, μονός δισκοβραχίονας, μονός στα πολωνική, jedyny στα ελληνικά
μονός στα πολωνική