lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονός στα σουηδικά

Λέξη:
μονός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (13):
allena, arlene, avskild, enastående, enda, ensam, enslig, oförliknelig, själv, solo, udda, unik, ödslig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά μονός, μονός ψεκασμός, μονός νεροχύτης, μονός κόμπος γραβάτας, μονός καναπές κρεβάτι, μονός δισκοβραχίονας, μονός στα σουηδικά, allena στα ελληνικά
μονός στα σουηδικά