lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονός στα εσθονική

Λέξη:
μονός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (6):
ainulaadne, ainus, üks, üksi, sama, üksildane
Σχετικές λέξεις:
εσθονική μονός, μονός ψεκασμός, μονός νεροχύτης, μονός κόμπος γραβάτας, μονός καναπές κρεβάτι, μονός δισκοβραχίονας, μονός στα εσθονική, ainulaadne στα ελληνικά
μονός στα εσθονική