lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονός στα ουγγρική

Λέξη:
μονός (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (9):
csakis, csupán, egy, egyedüli, egyetlen, egyedülálló, elhagyatott, magányos, társtalan
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μονός, μονός ψεκασμός, μονός νεροχύτης, μονός κόμπος γραβάτας, μονός καναπές κρεβάτι, μονός δισκοβραχίονας, μονός στα ουγγρική, csakis στα ελληνικά
μονός στα ουγγρική