lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμέσως στα εσθονική

Λέξη:
αμέσως (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (2):
otse, otsene
Σχετικές λέξεις:
εσθονική αμέσως, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσωσ μετά, αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως επίρρημα, αμέσως στα εσθονική, otse στα ελληνικά
αμέσως στα εσθονική