lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμέσως στα ισπανικά

Λέξη:
αμέσως (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (7):
directamente, inmediatamente, recto, ahora, enseguida, mismo, seguida
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά αμέσως, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσωσ μετά, αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως επίρρημα, αμέσως στα ισπανικά, directamente στα ελληνικά
αμέσως στα ισπανικά