lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ναρκωτικό στα εσθονική

Λέξη:
ναρκωτικό (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (3):
meditsiin, ravim, narkootikum
Σχετικές λέξεις:
εσθονική ναρκωτικό, ναρκωτικό σίσα, ναρκωτικό μιάου, ναρκωτικό κηατ, ναρκωτικό κανιβαλισμόσ, ναρκωτικό ετυμολογία, ναρκωτικό στα εσθονική, meditsiin στα ελληνικά
ναρκωτικό στα εσθονική