lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ναρκωτικό στα γαλλικά

Λέξη:
ναρκωτικό (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (8):
médecine, médicament, potion, remède, drogue, hypnotique, narcotique, stupéfiant
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά ναρκωτικό, ναρκωτικό σίσα, ναρκωτικό μιάου, ναρκωτικό κηατ, ναρκωτικό κανιβαλισμόσ, ναρκωτικό ετυμολογία, ναρκωτικό στα γαλλικά, médecine στα ελληνικά
ναρκωτικό στα γαλλικά