lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυνατός στα λευκορωσίας

Λέξη:
δυνατός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-λευκορωσίας
Μεταφράσεις (5):
дужы, моцны, магутны, здаровы, мажны
Σχετικές λέξεις:
λευκορωσίας δυνατός, δυνατός χτύπος καρδιάς, δυνατός χαρακτήρας, δυνατός συνώνυμα, δυνατός πόνος στο στομάχι, δυνατός πονοκέφαλος, δυνατός στα λευκορωσίας, дужы στα ελληνικά
δυνατός στα λευκορωσίας