lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυνατός στα ιταλικά

Λέξη:
δυνατός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (22):
compatto, consistente, costante, energico, enorme, fermo, forte, gagliardo, impetuoso, intensivo, intenso, poderoso, possente, potente, rigoglioso, robusto, saldo, tenace, valido, veemente, vigoroso, violento
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά δυνατός, δυνατός χτύπος καρδιάς, δυνατός χαρακτήρας, δυνατός συνώνυμα, δυνατός πόνος στο στομάχι, δυνατός πονοκέφαλος, δυνατός στα ιταλικά, compatto στα ελληνικά
δυνατός στα ιταλικά