lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυνατός στα φινλανδικά

Λέξη:
δυνατός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (12):
karski, kiivas, kova, luja, mahtava, roima, roteva, tanakka, tukeva, vahva, voimakas, väkevä
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά δυνατός, δυνατός χτύπος καρδιάς, δυνατός χαρακτήρας, δυνατός συνώνυμα, δυνατός πόνος στο στομάχι, δυνατός πονοκέφαλος, δυνατός στα φινλανδικά, karski στα ελληνικά
δυνατός στα φινλανδικά