lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυνατός στα εσθονική

Λέξη:
δυνατός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-εσθονική
Μεταφράσεις (3):
tugev, vägev, vägivaldne
Σχετικές λέξεις:
εσθονική δυνατός, δυνατός χτύπος καρδιάς, δυνατός χαρακτήρας, δυνατός συνώνυμα, δυνατός πόνος στο στομάχι, δυνατός πονοκέφαλος, δυνατός στα εσθονική, tugev στα ελληνικά
δυνατός στα εσθονική