lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυνατός στα γαλλικά

Λέξη:
δυνατός (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (29):
balèze, capiteux, carabiné, consistant, constant, corsé, costaud, dru, ferme, fier, fort, gros, héroïque, intense, nerveux, puissant, robuste, solide, stentor, tenace, valide, vigoureux, vineux, violent, viril, volcanique, véhément, énergique, énorme
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά δυνατός, δυνατός χτύπος καρδιάς, δυνατός χαρακτήρας, δυνατός συνώνυμα, δυνατός πόνος στο στομάχι, δυνατός πονοκέφαλος, δυνατός στα γαλλικά, balèze στα ελληνικά
δυνατός στα γαλλικά