lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποκτώ στα λιθουανική

Λέξη:
αποκτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-λιθουανική
Μεταφράσεις (3):
įgyti, laimėti, pasiekti
Σχετικές λέξεις:
λιθουανική αποκτώ, αποκτώ συνώνυμο, αποκτώ προστακτική, αποκτώ μετάφραση αγγλικά, αποκτώ μετάφραση, αποκτώ κλίση, αποκτώ στα λιθουανική, įgyti στα ελληνικά
αποκτώ στα λιθουανική