lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αποκτώ στα ουγγρική

Λέξη:
αποκτώ (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (2):
elnyerni, megszerezni
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική αποκτώ, αποκτώ συνώνυμο, αποκτώ προστακτική, αποκτώ μετάφραση αγγλικά, αποκτώ μετάφραση, αποκτώ κλίση, αποκτώ στα ουγγρική, elnyerni στα ελληνικά
αποκτώ στα ουγγρική