lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θηλάζω στα νορβηγικά

Λέξη:
θηλάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (8):
amma, dia, die, ernære, fø, mata, mate, nære
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά θηλάζω, θηλάζω στα νορβηγικά, amma στα ελληνικά
θηλάζω στα νορβηγικά