lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειονέκτημα στα ουγγρική

Λέξη:
μειονέκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (5):
ártalom, kár, sajnos, fogyatékosság, hiba
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική μειονέκτημα, μειονέκτημα των παραδοσιακών μεθόδων αξιολόγησης επενδύσεων είναι, μειονέκτημα των δικτύων οπτικών ινών, μειονέκτημα της χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι, μειονέκτημα συνώνυμο, μειονέκτημα english, μειονέκτημα στα ουγγρική, ártalom στα ελληνικά
μειονέκτημα στα ουγγρική