lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μειονέκτημα στα γαλλικά

Λέξη:
μειονέκτημα (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (21):
atteinte, dommage, défaut, défectuosité, dégât, désavantage, détriment, erreur, grief, inconvénient, injure, jurer, lallation, malfaçon, méfait, panne, privation, préjudice, tare, tort, vice
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά μειονέκτημα, μειονέκτημα των παραδοσιακών μεθόδων αξιολόγησης επενδύσεων είναι, μειονέκτημα των δικτύων οπτικών ινών, μειονέκτημα της χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι, μειονέκτημα συνώνυμο, μειονέκτημα english, μειονέκτημα στα γαλλικά, atteinte στα ελληνικά
μειονέκτημα στα γαλλικά