lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκαλίζω στα νορβηγικά

Λέξη:
σκαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-νορβηγικά
Μεταφράσεις (2):
snitte, rista
Σχετικές λέξεις:
νορβηγικά σκαλίζω, σκαλίζω τη μύτη μου, σκαλίζω συνώνυμα, σκαλίζω στα νορβηγικά, snitte στα ελληνικά
σκαλίζω στα νορβηγικά