lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σκαλίζω στα σουηδικά

Λέξη:
σκαλίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
skulptera, snida, rista, massaker, massakrera
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά σκαλίζω, σκαλίζω τη μύτη μου, σκαλίζω συνώνυμα, σκαλίζω στα σουηδικά, skulptera στα ελληνικά
σκαλίζω στα σουηδικά