lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συναίνεση στα ουγγρική

Λέξη:
συναίνεση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ουγγρική
Μεταφράσεις (6):
beleegyezés, egyetértés, egyezés, egyezmény, harmónia, helyeslés
Σχετικές λέξεις:
ουγγρική συναίνεση, συναίνεση της ουάσιγκτον βικιπαιδεια, συναίνεση της ουάσιγκτον, συναίνεση συνώνυμο, συναίνεση συνιδιοκτητών, συναίνεση ορισμόσ, συναίνεση στα ουγγρική, beleegyezés στα ελληνικά
συναίνεση στα ουγγρική