lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

συναίνεση στα τσεχική

Λέξη:
συναίνεση (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (19):
akord, aprobace, dohoda, dorozumění, dovolení, povolení, přivolení, schválení, shoda, smlouva, smír, souhlas, soulad, souznění, svolení, svornost, ujednání, uznání, úmluva
Σχετικές λέξεις:
τσεχική συναίνεση, συναίνεση της ουάσιγκτον βικιπαιδεια, συναίνεση της ουάσιγκτον, συναίνεση συνώνυμο, συναίνεση συνιδιοκτητών, συναίνεση ορισμόσ, συναίνεση στα τσεχική, akord στα ελληνικά
συναίνεση στα τσεχική