lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονοπάτι στα ουκρανικά

Λέξη:
μονοπάτι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ουκρανικά
Μεταφράσεις (7):
дорога, маршрут, путь, стежка, тропа, накладна, траса
Σχετικές λέξεις:
ουκρανικά μονοπάτι, μονοπάτι του κάκαβου, μονοπάτι του διαβόλου, μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι παρνασσού 2014, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι στα ουκρανικά, дорога στα ελληνικά
μονοπάτι στα ουκρανικά