lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονοπάτι στα πορτογαλικά

Λέξη:
μονοπάτι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (16):
cale, caminho, campino, carreteira, carril, estrada, pista, recorrido, rodovia, rota, rua, senda, severo, trilho, vereda, via
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά μονοπάτι, μονοπάτι του κάκαβου, μονοπάτι του διαβόλου, μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι παρνασσού 2014, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι στα πορτογαλικά, cale στα ελληνικά
μονοπάτι στα πορτογαλικά