lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονοπάτι στα τσεχική

Λέξη:
μονοπάτι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (19):
cesta, cestička, chodník, dráha, itinerář, jízda, kolej, koleje, komunikace, linka, postup, pěšina, silnice, spoj, stopa, trajektorie, trasa, trať, vozovka
Σχετικές λέξεις:
τσεχική μονοπάτι, μονοπάτι του κάκαβου, μονοπάτι του διαβόλου, μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι παρνασσού 2014, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι στα τσεχική, cesta στα ελληνικά
μονοπάτι στα τσεχική