lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονοπάτι στα βουλγαρικά

Λέξη:
μονοπάτι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-βουλγαρικά
Μεταφράσεις (3):
маршрут, път, шосе
Σχετικές λέξεις:
βουλγαρικά μονοπάτι, μονοπάτι του κάκαβου, μονοπάτι του διαβόλου, μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι παρνασσού 2014, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι στα βουλγαρικά, маршрут στα ελληνικά
μονοπάτι στα βουλγαρικά