lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μονοπάτι στα ιταλικά

Λέξη:
μονοπάτι (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ιταλικά
Μεταφράσεις (16):
binario, cammino, carreggiata, circuito, itinerario, percorso, pista, rotta, sentiero, strada, tracciato, tragitto, traiettoria, via, viaggio, viottolo
Σχετικές λέξεις:
ιταλικά μονοπάτι, μονοπάτι του κάκαβου, μονοπάτι του διαβόλου, μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι παρνασσού 2014, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι στα ιταλικά, binario στα ελληνικά
μονοπάτι στα ιταλικά