lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

εγχειρίζω στα πολωνική

Λέξη:
εγχειρίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-πολωνική
Μεταφράσεις (3):
działać, operować, zadziałać
Σχετικές λέξεις:
πολωνική εγχειρίζω, εγχειρίζω στα πολωνική, działać στα ελληνικά
εγχειρίζω στα πολωνική