lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άσυλο στα πορτογαλικά

Λέξη:
άσυλο (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-πορτογαλικά
Μεταφράσεις (7):
abrigo, asilo, colijo, refugio, refúgio, albergue, guarida
Σχετικές λέξεις:
πορτογαλικά άσυλο, άσυλο του παιδιού παιδικός σταθμός, άσυλο του παιδιού θεσσαλονίκη, άσυλο του παιδιού, άσυλο της αγίας αικατερίνης, άσυλο κατοικίας, άσυλο στα πορτογαλικά, abrigo στα ελληνικά
άσυλο στα πορτογαλικά