lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαλεύω στα σουηδικά

Λέξη:
σαλεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (3):
manövrera, rörelse, dra
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά σαλεύω, σαλεύω στα σουηδικά, manövrera στα ελληνικά
σαλεύω στα σουηδικά