lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σαλεύω στα γαλλικά

Λέξη:
σαλεύω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (10):
actionner, agiter, bouger, branler, émouvoir, mouvoir, remuer, part, remue, toucher
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά σαλεύω, σαλεύω στα γαλλικά, actionner στα ελληνικά
σαλεύω στα γαλλικά