lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χτίζω στα σουηδικά

Λέξη:
χτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (6):
bygga, uppföra, konstruera, idka, utföra, utöva
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά χτίζω, χτίζω σωστά εμένα, χτίζω σπίτι μόνος μου, χτίζω σπίτι, χτίζω πύργους στην άμμο, χτίζω πέτρα, χτίζω στα σουηδικά, bygga στα ελληνικά
χτίζω στα σουηδικά