lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χτίζω στα γαλλικά

Λέξη:
χτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-γαλλικά
Μεταφράσεις (16):
accomplir, architecturer, bâtir, construire, effectuer, exécuter, fabriquer, faire, flanquer, microbus, pratique, remplir, réaliser, édifier, élever, ériger
Σχετικές λέξεις:
γαλλικά χτίζω, χτίζω σωστά εμένα, χτίζω σπίτι μόνος μου, χτίζω σπίτι, χτίζω πύργους στην άμμο, χτίζω πέτρα, χτίζω στα γαλλικά, accomplir στα ελληνικά
χτίζω στα γαλλικά