lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

χτίζω στα ισπανικά

Λέξη:
χτίζω (Αριθμός των γραμμάτων: 5)
Λεξικό:
ελληνικά-ισπανικά
Μεταφράσεις (13):
ajusticiar, construir, cumplir, edificar, efectuar, ejecutar, ejercer, fabricar, labrar, levantar, obrar, realizar, verificar
Σχετικές λέξεις:
ισπανικά χτίζω, χτίζω σωστά εμένα, χτίζω σπίτι μόνος μου, χτίζω σπίτι, χτίζω πύργους στην άμμο, χτίζω πέτρα, χτίζω στα ισπανικά, ajusticiar στα ελληνικά
χτίζω στα ισπανικά