μαυρίζω στα αγγλικά μαυρίζω στα γερμανικά μαυρίζω στα δανική μαυρίζω στα ισπανικά μαυρίζω στα γαλλικά μαυρίζω στα ιταλικά μαυρίζω στα νορβηγικά μαυρίζω στα ρωσικά μαυρίζω στα σουηδικά μαυρίζω στα ουγγρική μαυρίζω στα πορτογαλικά μαυρίζω στα ουκρανικά μαυρίζω στα πολωνική
τραχύς στα πορτογαλικά πλεόνασμα στα γαλλικά έλος στα ουκρανικά ζηλιάρης στα νορβηγικά χείλος στα αλβανικά
ζηλιάρης ουρανός piercing χείλοσ τραχύς κλιση πλεόνασμα του καταναλωτή έλοσ αγυιάσ